ΕΝΟΤΗΤΕΣ
Γράφει ο Δρ. Ιωάννης Δοντάς
Γενικός Χειρουργός – Στρατιωτικός Ιατρός
Πρόκειται για πάθηση που συνήθως δε δίνει συμπτώματα και εμφανίζεται περίπου στο 5% των υπερηχογραφημάτων άνω κοιλίας. Υπολογίζεται ότι οι πολύποδες της χοληδόχου κύστης απαντώνται περίπου στο 10% του πληθυσμού. Ο σχηματισμός τους δε σχετίζεται με εξωγενείς ή γενετικούς παράγοντες, όπως για παράδειγμα με την ηλικία, το φύλο, το βάρος ή τις πολλαπλές κυήσεις και τη λήψη ορμονών.
Τι είναι
Οι πολύποδες της χοληδόχου κύστης είναι προσεκβολές μερικών χιλιοστών στα τοιχώματα της χοληδόχου κύστης, οι οποίες στην πλειονότητά τους είναι υπερπλασίες ή εναποθέσεις λιπιδίων στα τοιχώματα της χοληδόχου κύστης, άρα και ακίνδυνες για τη ζωή του ατόμου.
Οι πολύποδες της χοληδόχου κύστης διαχωρίζονται σε καλοήθεις και κακοήθεις, με τους καλοήθεις να αποτελούν την πλειονότητα, ενώ ο πιο συχνός τύπος κακοήθους πολύποδα στη χοληδόχο κύστη είναι το αδενοκαρκίνωμα. Η πλέον σημαντική ένδειξη κακοήθειας είναι το μέγεθος του πολύποδα. Όσο αυτό αυξάνεται, τόσο αυξάνονται και οι πιθανότητες κακοήθειας. Σχεδόν όλοι οι πολύποδες από 20 χιλιοστά και άνω είναι κακοήθεις.
Οι καλοήθεις διαχωρίζονται σε νεοπλασματικούς και μη-νεοπλασματικούς. Ο συνηθέστερος καλοήθης νεοπλασματικός πολύποδας είναι το αδένωμα (5%), το οποίο όμως έχει δυναμικό κακοήθειας εάν αυξηθεί σε μέγεθος. Αντίθετα οι καλοήθεις μη-νεοπλασματικοί πολύποδες δεν έχουν δυναμικό κακοήθειας και διακρίνονται στους χοληστερινικούς πολύποδες (60%), τα αδενομυώματα (25%) και τους φλεγμονώδεις πολύποδες (10%).
Συμπτώματα
Οι περισσότεροι πολύποδες στη χοληδόχο κύστη δεν εμφανίζουν συμπτώματα και εντοπίζονται σε τυχαίο προληπτικό έλεγχο, σε απεικονιστική εξέταση (υπερηχογράφημα) άνω κοιλίας. Ανεξάρτητα από την ταξινόμησή τους οι πολύποδες μπορεί να οδηγήσουν σε πόνο που προσομοιάζει με αυτόν του κολικού ή και σε συμπτώματα που προσομοιάζουν με αυτά της τυπικής χολολιθίασης, όπως τάση για εμετό, φούσκωμα, δυσφορία, δυσπεψία κ.α.
Διάγνωση
Καμία απεικονιστική μέθοδος δεν μπορεί να διαχωρίσει εάν οι πολύποδες στη χοληδόχο κύστη είναι κακοήθεις ή καλοήθεις. Ωστόσο ο συνδυασμός των χαρακτηριστικών που εμφανίζουν οι βλάβες σε προληπτικό απεικονιστικό έλεγχο (υπερηχογράφημα), τα αποτελέσματα της αξονικής τομογραφίας ή του ενδοσκοπικού υπερηχογραφήματος, παρέχουν χρήσιμες πληροφορίες για την όσο το δυνατόν πιο ασφαλή, έγκυρη διάγνωση.
Οι απεικονιστικές εξετάσεις που εντοπίζουν τους πολύποδες της χοληδόχου κύστης είναι:
- Υπερηχογράφημα: Η απεικονιστική αυτή εξέταση βοηθά το γιατρό να διαχωρίσει εάν πρόκειται για πέτρα ή για πολύποδα (οι πέτρες κινούνται με την κίνηση του ασθενούς) και σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στους χοληστερινικούς πολύποδες, μπορεί να αξιολογήσει τη φύση τους από το μέγεθος που δεν ξεπερνά τα 10 χιλιοστά.
- Αξονική τομογραφία: Εντοπίζει μικρούς σε μέγεθος πολύποδες, ενώ κρίνεται ιδιαίτερα χρήσιμη σε ασθενείς με καρκίνο χοληδόχου κύστης για τη σταδιοποίηση της νόσου και για τον εντοπισμό τυχόν μεταστάσεων.
- Ενδοσκοπικό υπερηχογράφημα (EUS): Πρόκειται για την πιο έγκυρη απεικονιστική μέθοδο εντοπισμού βλαβών στη χοληδόχο κύστη, η οποία ωστόσο δεν είναι διαθέσιμη σε όλα τα διαγνωστικά κέντρα και επιπλέον έχει πολύ υψηλό κόστος.
Αντιμετώπιση – Θεραπεία
Η θεραπεία των πολυπόδων ποικίλει ανάλογα με την ταξινόμησή τους, το μέγεθός τους, τη συνύπαρξη ή μη χολολιθίασης, τη συνύπαρξη και άλλων νοσημάτων, όπως πρωτοπαθούς σκληρυντικής χολοαγγειίτιδας ή/και κίρρωσης, παγκρεατίτιδας, κολικού χοληφόρων.
Η αντιμετώπιση των πολυπόδων ανάλογα με το μέγεθός τους:
- Πολύποδες μεγαλύτεροι των 20 χιλιοστών: Στην πλειονότητά τους είναι κακοήθεις και γίνεται χολοκυστεκτομή, αφού προηγηθεί σταδιοποίηση της νόσου με αξονική τομογραφία ή/και ενδοσκοπικό υπερηχογράφημα.
- Πολύποδες 10 έως 20 χιλιοστών: Θεωρούνται εν δυνάμει κακοήθεις, πρώιμου σταδίου και συνιστάται η λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή με ολική αφαίρεση του συνδετικού ιστού της κοίτης της χοληδόχου κύστης.
- Πολύποδες 6 έως 9 χιλιοστών: Συστήνεται η παρακολούθηση του ασθενούς με υπερηχογράφημα κάθε 6 μήνες με 1 χρόνο για να διαπιστώνεται εάν οι πολύποδες αυξάνονται σε μέγεθος. Εάν διαπιστώνεται αύξηση μεγέθους τότε συνιστάται χολοκυστεκτομή.
- Πολύποδες 5 χιλιοστών και κάτω: Πρόκειται για καλοήθεις και αρκετά συχνά χοληστερινικούς. Συστήνεται επανέλεγχος μετά από 1 χρόνο από την αρχική διάγνωση και εάν το μέγεθος παραμένει σταθερό, δεν ακολουθεί περαιτέρω παρακολούθηση.
Η πιο αποτελεσματική θεραπεία για τους πολύποδες της χοληδόχου κύστης είναι η χολοκυστεκτομή, όπως συμβαίνει και στη χολολιθίαση, η οποία επιλέγεται σε ασθενείς με συμπτώματα και ως προφυλακτικό μέσο για την αποφυγή ανάπτυξης καρκίνου. Επιπλέον, η χολοκυστεκτομή αποτελεί το μόνο αξιόπιστο μέσο για να γίνει ασφαλής διαχωρισμός μεταξύ νεοπλασματικών και μη νεοπλασματικών πολυπόδων, με μικροσκοπική εξέταση των ευρημάτων μετά το χειρουργείο, δεδομένου ότι καμία απεικονιστική μέθοδος δεν μπορεί να τα διαχωρίσει με βεβαιότητα.
Ανοικτή χειρουργική επέμβαση
Πρόκειται για την επέμβαση που σπάνια πλέον επιλέγεται και εφαρμόζεται μόνο σε περιπτώσεις όπου η λαπαροσκοπική μέθοδος δεν είναι εφικτό να πραγματοποιηθεί, όπως σε περιπτώσεις έντονης φλεγμονής, συμφύσεων, μη τυπικής ανατομίας της περιοχής, γενικευμένης περιτονίτιδας ή υποψίας καρκίνου της χοληδόχου κύστης. Επίσης η ανοικτή χολοκυστεκτομή επιλέγεται στους ασθενείς εκείνους όπου υπάρχει κάποια αντένδειξη για λαπαροσκόπηση.
Λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή
Πρόκειται για την πρώτη επιλογή του χειρουργού, η οποία διενεργείται με γενική αναισθησία. Κατά την επέμβαση γίνονται 3 ή 4 πολύ μικρές τομές στο δέρμα (ελάχιστα χιλιοστά). Μέσα από αυτές τις τρυπούλες εισάγονται τα λαπαροσκοπικά εργαλεία που είναι απαραίτητα για την αφαίρεση της χοληδόχου κύστης. Η κοιλιακή κοιλότητα φουσκώνει με τη χρήση ειδικού αερίου (διοξείδιο του άνθρακα) και με τη βοήθεια ειδικής κάμερας (λαπαροσκόπιο) προβάλει σε οθόνη το εσωτερικό της κοιλιακής χώρας μεγεθυσμένο.
Τα πλεονεκτήματα της μεθόδου είναι πολλά και σημαντικά για τον ασθενή και περιλαμβάνουν:
- Μικρότερο τραύμα άρα και μικρότερη πιθανότητα επιπλοκών.
- Μειωμένος μετεγχειρητικός πόνος και γρήγορη κινητοποίηση του ασθενούς.
- Ταχύτερη ανάρρωση και ταχύτερη επάνοδος του ατόμου στις καθημερινές του ασχολίες.
- Πολύ καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα στα σημεία των τομών.
Μετά το χειρουργείο, ο ασθενής μπορεί να φάει ό,τι θέλει, αρκεί να τρώει μικρές ποσότητες και συχνά γεύματα.