Τι είναι οι σεξουαλικά μεταδιδόμενες λοιμώξεις;
Ως σεξουαλικά μεταδιδόμενες λοιμώξεις χαρακτηρίζεται μια ομάδα λοιμώξεων, οι οποίες είναι ευρέως διαδεδομένες στον παγκόσμιο πληθυσμό. Πρόκειται για ασθένειες που μπορούν να προκαλέσουν μια πληθώρα συμπτωμάτων, χρόνιες μολύνσεις και επιπλοκές σε ολόκληρο τον οργανισμό. Όπως μαρτυρά το όνομά τους, οι λοιμώξεις αυτές μεταδίδονται κατά κύριο λόγο μέσω της σεξουαλικής επαφής.
Παλαιότερα, οι σεξουαλικά μεταδιδόμενες λοιμώξεις ήταν γνωστές και ως «αφροδίσια νοσήματα». Ύστερα από αυτό μετονομάστηκαν σε «σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα – ΣΜΝ», μια ονομασία που χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα από τους περισσότερους.
Ποιες είναι οι σεξουαλικά μεταδιδόμενες λοιμώξεις;
Οι σεξουαλικώς μεταδιδόμενες λοιμώξεις διακρίνονται σε πέντε ομάδες, ανάλογα με τον παθογόνο μικροοργανισμό που τις προκαλεί. Σε αυτούς ανήκουν τα βακτήρια, οι ιοί, τα πρωτόζωα, οι μύκητες και τα παράσιτα. Αναλυτικότερα:
Οι πιο γνωστές λοιμώξεις που προκαλούνται από βακτήρια είναι οι εξής:
- Γονόρροια (Neisseria gonorrhoeae)
- Χλαμύδια (chlamydia trachomatis)
- Μυκόπλασμα (mycoplasma hominis)
- Ουρεόπλασμα (ureoplasma urealinitum)
- Σύφιλη (treponema pallidum)
- Κολπίτιδα (mobiluncus curtisii)
Ιογενείς σεξουαλικά μεταδιδόμενες λοιμώξεις είναι οι κάτωθι:
- HIV, AIDS (human immunodeficiency virus)
- Κονδυλώματα (HPV – Human Papilloma Virus)
- Ηπατίτιδα Α, Β και C (Hepatitis A, B or C Virus – HAV, HBV, HCV)
- Λοιμώδης μονοπυρήνωση (cytomegalovirus)
Ενδεικτικά, αναφέρονται οι τριχομονάδες (trichomonas vaginalis) από τα πρωτόζωα, η αιδοιοκολπίτιδα και η βαλανίτιδα (candida albicans) από τους μύκητες και η ψώρα (sarcoptes scabiei) από τα παράσιτα.
Σεξουαλικά Μεταδιδόμενες Λοιμώξεις: Παράγοντες κινδύνου & Αίτια
Βασικός τρόπος μετάδοσης των παραπάνω λοιμώξεων είναι η σεξουαλική επαφή χωρίς προφυλάξεις. Είτε αυτή είναι κολπική, είτε πρωκτική, είτε ακόμα και στοματική, η σεξουαλική επαφή που δεν τηρεί τους κανόνες ασφαλούς σεξουαλικής συμπαριφοράς αποτελεί κύριο παράγοντα ανάπτυξης κάποιας ασθένειας από τις παραπάνω. Το προφυλακτικό, το οδοντικό φράγμα ή άλλες μέθοδοι απόκλισης της επαφής του δέρματος με τα γενετικά όργανα μπορούν να ελαττώσουν τις πιθανότητες σημαντικά.
Άλλοι παράγοντες κινδύνου ανάπτυξης μιας σεξουαλικώς μεταδιδόμενης λοίμωξης είναι οι παρακάτω:
- Πολλαπλοί σεξουαλικοί σύντροφοι: Όσο περισσότερους σεξουαλικούς συντρόφους έχει ένα άτομο, τόσο πιο πιθανό είναι να συνευρεθεί με κάποιον παθόντα ή φορέα.
- Ενδοφλέβια χρήση ναρκωτικών: Ένας κύριος παράγοντας μετάδοσης ιογενών λοιμώξεων, όπως o HIV και η ηπατίτιδα, είναι η κοινή χρήση βελονών.
- Προηγούμενη νόσηση από κάποια σεξουαλικώς μεταδιδόμενη λοίμωξη: Η νόσηση με άλλη λοίμωξη μπορεί να μειώσει τις άμυνες του ανθρώπινου οργανισμού, αυξάνοντας τον κίνδυνο νόσησης με κάποια νέα.
- Εφηβεία: Λόγω μη αναπτυγμένου τραχήλου, τα έφηβα κορίτσια είναι πιο επιρρεπή στην έκθεση σεξουαλικά μεταδιδόμενων λοιμώξεων.
Ποια συμπτώματα παρουσιάζουν;
Οι λοιμώξεις που μεταδίδονται μέσω σεξουαλικής επαφής εμφανίζουν διάφορα σημεία και συμπτώματα, τα οποία πολλές φορές είναι κοινά μεταξύ τους. Αυτό μπορεί να καταστήσει τη διάγνωση και την ανίχνευσή τους δύσκολη. Τέτοια είναι τα κάτωθι:
- Αίσθηση καψίματος κατά την ούρηση
- Κολπικό έκκριμα ή αιμορραγία
- Απώλεια αίματος, βλέννης ή πύου από τον πρωκτό
- Πόνος στα γεννητικά όργανα, τον πρωκτό και γενικότερα στο πυελικό έδαφος
- Πληγές ή εξογκώματα στα γεννητικά όργανα ή στον πρωκτό
- Άλγος στην κάτω κοιλιακή χώρα
- Εξανθήματα στα χέρια, τα πόδια ή τον κορμό
- Διογκωμένοι λεμφαδένες στην περιοχή της βουβωνικής χώρας
Το χρονικό πλαίσιο εκδήλωσης των συμπτωμάτων ποικίλλει, ανάλογα με το είδος της λοίμωξης. Για παράδειγμα, ένας ασθενής που έχει προσβληθεί από τον ιό των ανθρώπινων θηλωμάτων μπορεί να εμφανίσει εκδηλώσεις του ιού (κονδυλώματα) έως και έξι μήνες μετά την αρχική λοίμωξη.
Προληπτικός έλεγχος
Ο προληπτικός έλεγχος για σεξουαλικά μεταδιδόμενες λοιμώξεις συστήνεται σε κάθε σεξουαλικώς ενεργό άτομο που δεν έχει έναν σταθερό σύντροφο. Πραγματοποιείται είτε μέσω αιματολογικών εξετάσεων, εξετάσεων εκκρίματος κόλπου/πρωκτού ή επισκόπηση και κλινική εξέταση των γεννητικών οργάνων και του πρωκτού. Συστήνεται επίσης κατά τον προγεννητικό έλεγχο μιας εγκύου γυναίκας, καθώς διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο λοίμωξης με κάποια σεξουαλικά μεταδιδόμενη λοίμωξη η οποία μπορεί να μεταδοθεί στο έμβρυο. Τέλος, τα άτομα τα οποία είναι θετικά στον ιό του AIDS οφείλουν να πραγματοποιούν προληπτικό έλεγχο για σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, καθώς διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο νόσησης. Μεγάλη προσοχή πρέπει να δίνουν οι οροθετικές γυναίκες, καθώς ο ιός του AIDS τις καθιστά πιο επιρρεπείς στην εμφάνιση επιθετικού καρκίνου του τραχήλου της μήτρας και καρκίνου του πρωκτού, αλλά και οι οροθετικοί άνδρες, οι οποίοι ενδέχεται να εμφανίσουν καρκίνο του πρωκτού.
Σεξουαλικά Μεταδιδόμενες Λοιμώξεις: Διάγνωση & Θεραπεία
Η θεραπεία των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων λοιμώξεων διαφέρει, ανάλογα με τον μικροοργανισμό που τις προκαλεί. Οι ασθένειες που προκαλούνται από βακτήρια είναι πιο εύκολο να θεραπευτούν. Αντίθετα, οι ιογενείς λοιμώξεις μπορούν να αντιμετωπιστούν, αλλά όχι να θεραπευτούν πλήρως. Σε γενικές γραμμές, η θεραπεία πραγματοποιείται με τη χρήση αντιβιοτικών και αντιϊκών φαρμάκων.
Ο Γενικός Χειρουργός – Πρωκτολόγος – Στρατιωτικός Ιατρός Δρ. Ιωάννης Δοντάς διαθέτει πολυετή εμπειρία στην αντιμετώπιση των παθήσεων του εντέρου και του πρωκτού. Διευθύνει την Κλινική Laser Surgery, στην οποία μπορείτε να πραγματοποιήσετε κάθε απαραίτητη εξέταση. Εάν εμφανίσετε συμπτώματα σεξουαλικώς μεταδιδόμενης λοίμωξης, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί του.